Το βήχιο (Tussilago farfara) είναι γνωστό φαρμακευτικό φυτό από την αρχαιότητα, με ισχυρές αντιβηχικές ιδιότητες. Και σήμερα το βήχιο χρησιμοποιείται από φαρμακευτικές εταιρίες σε αντιβηχικά σκευάσματα και σε φίλτρα για καπνιστές. Για τις φαρμακευτικές τους ιδιότητες χρησιμοποιούνται τα άνθη και τα φύλλα σε αποξηραμένη μορφή.
Το αρχαίο του όνομα ήταν χαμαιλεύκη αλλά επικράτησε το όνομα «βήχιο» που του έδωσε ο Διοσκουρίδης, ο οποίος το χρησιμοποιούσε ως αποτελεσματικό φάρμακο για τις αναπνευστικές παθήσεις.
Η λαϊκή ιατρική αντιμετωπίζει τον βήχα και την βρογχίτιδα παρασκευάζοντας ρόφημα με το βήχιο, που πίνεται τακτικά μέχρι να ατονήσουν τα συμπτώματα. Για δερματικές παθήσεις (καλόγερους, αποστήματα, κ.α.) χρησιμοποιούνται καταπλάσματα.
Το βήχιο φύεται σε μεγάλο μέρος της Ελλάδας σε ορεινές τοποθεσίες και σε υψόμετρα μέχρι 2.200 μέτρα Προτιμάει υγρά και λασπώδη αλλά ηλιόλουστα εδάφη.
Ανθίζει από τον Φεβρουάριο, με μεγάλα κίτρινα άνθη. Τα φύλλα του εμφανίζονται μετά την άνθιση και μοιάζουν με τα φύλλα του κισσού. Τα άνθη συλλέγονται αργά τον χειμώνα και τα φύλλα την άνοιξη, όταν εμφανιστούν.