Γεωγραφική εξάπλωση:
|
Στερεά Ελλάδα, Πελοπόννησος, Νησιά Ιονίου, Κρήτη, Κυκλάδες, Ανατολικό Αιγαίο, Δυτικό Αιγαίο, Ακρωτήριο Καφηρεύς , Ελαφόνησος, Εύβοια, Λευκά Όρη , Οροπέδιο Ομαλού, Τήνος
|
Το σταμναγκάθι είναι συγγενικό είδος με το κοινό πικροράδικο και, μάλιστα, με παρόμοιο άνθος. Διαφέρει στο ότι προτιμά βραχώδεις και παραθαλάσσιες θέσεις και περιβάλλεται από ένα πυκνό αγκαθωτό πλέγμα. Γι’ αυτό και επιστημονικά ονομάζεται Κιχώριο το αγκαθωτό (Cichorium spinosum). Τους αποξυλωμένους βλαστούς του φυτού τους χρησιμοποιούσαν παλιότερα, για να προστατεύουν από τα έντομα το νερό στις στάμνες. Από κει προήλθε και η ονομασία σταμναγκάθι. Στην Αμοργό ονομάζεται «φόνος» επειδή τα σκληρά αγκάθια του μπορεί να τραυματίσουν επώδυνα τους συλλέκτες, αλλά τα τρυφερά φύλλα που τρώγονται ονομάζονται «ραδίκια». Στην Κρήτη χρησιμοποιούν διάφορα ονόματα: γιαλοράδικο, μαυροράδικο, μηρόικο, ραδικοστιβίδα και σταμναγκάθι, που είναι και το πιο γνωστό του όνομα. Γενικά στην Ελλάδα χρησιμοποιείται το όνομα «ραδίκι της θάλασσας». Το σταμναγκάθι τρώγεται σκέτο σαν ωμή σαλάτα. Ανάλογα, του βάζουν και ξύδι. Στη δυτική Κρήτη συνηθίζουν να το τρώνε βραστό ή να το μαγειρεύουν με κατσίκι λεμονάτο. Στην Κάσο το παστώνουν και το μαγειρεύουν γιαχνί το καλοκαίρι. Έχει πικρή γεύση και φαρμακευτικές ιδιότητες, όπως το κοινό ραδίκι.
|