Ενδημικό της Ανατολικής Πελοποννήσου και της Κεντρικής Εύβοιας, από όπου περιγράφτηκε. Πρωτοβρέθηκε κοντά στην Δίρφη, κοντά στην πηγή Λιρί, από την οποία και ονομάστηκε. Στην Πελοπόννησο ήταν γνωστό από τον Ταΰγετο αλλά πριν λίγα χρόνια βρέθηκε και στον Πάρνωνα (Kalpoutzakis & Konstantinidis 2005). Είναι ενδιαφέρον φυτό. Αρχικά εκτιμήθηκε Heldreich, Ietswaart) ότι πρόκειται για ένα φυσικό υβρίδιο των O. scabrum x O. vulgare, το οποίο εξελίσσεται σε είδος. Ο πιο πρόσφατος ενημερωμένος κατάλογος της ελληνικής χλωρίδας Vascular plants of Greece an annotated checklist (2013), το αναγνωρίζει πλέον ως ξεχωριστό είδος. Πρόκειται για πολυετές είδος με ρίζωμα, από το οποίο εκφύονται αρκετοί βλαστοί, ύψους 14-40 εκ., όρθιοι με βραχύ τρίχωμα. Φύλλα αντίθετα, άμισχα, ωοειδή έως ευρέως ελλειπτικά, γλαυκοπράσινα. Βιότοπος: χαλικώδεις και πετρώδεις περιοχές, σε ανοίγματα ελατοδάσους, αλλά και πάνω από το δασικό όριο. Άνθη ρόδινα. Ανθίζει Ιούλιο με Σεπτέμβριο.
*** Περιλαμβάνεται στο Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων των Σπάνιων & Απειλούμενων Φυτών της Ελλάδας (2009) με τον χαρακτηρισμό Τρωτό (VU).
|